Βλέπουμε τα ΠΟΥΛΙΑ να πετάνε σε θάλασσες και σε στεριές. Τα θαυμάζουμε και τα ζηλεύουμε για την ελευθερία τους να πηγαίνουν παντού. Αυτά τα υπέροχα πλάσματα αποτελούν την ΑΓΡΙΑ ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ.
Η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και του γεωμορφολογικού ανάγλυφου της, διαθέτει μεγάλη ποικιλίας βιοτόπων, γεγονός που την καθιστά από Ορνιθολογική άποψη ιδιαίτερα σημαντική τόσο σε Μεσογειακό, όσο και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η συστηματική παρατήρηση των πουλιών μας δίνει τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε ένα ξεχωριστό κόσμο και να έρθουμε πιο κοντά στο φυσικό περιβάλλον.
Με χαρά σας παρουσιάζω, «Το Πρώτο μου Βιβλίο για τα Πουλιά” μια έκδοση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας Ε.Ο.Ε. για παιδιά και μεγάλους.»
Λοιπόν ελάτε να γνωρίσουμε τα πουλιά που πετάνε γύρω μας, είναι υπέροχα, είναι ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ. Είναι και αυτά μέρος της δικής μας ζωής.
Κατερίνα Γιατρά
ΑΓΡΙΑ ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ
Η ΦΥΣΙΚΗ ΜΑΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Στην Ελλάδα μπορεί να παρατηρήσει κανείς τετρακόσια περίπου είδη πουλιών. Από αυτά άλλα φωλιάζουν εδώ, άλλα ξεχειμωνιάζουν κι’ άλλα απλώς περνούν μεταναστεύοντας. Αυτή η ποικιλία, από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης, είναι ένα αναπόσπαστο τμήμα της φυσικής μας κληρονομιάς και δείχνει ότι το περιβάλλον μας είναι ακόμα υγιές σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως σήμερα, πολλά είδη κινδυνεύουν να εξαφανιστούν ενώ άλλα έχουν μειωθεί ανησυχητικά.
Η καταστροφή των βιοτόπων η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων και το εντατικό κυνήγι είναι τρεις από τις κυριότερες αιτίες.
Τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες για την προστασία των πουλιών και των βιοτόπων τους. Για να είναι όμως αποτελεσματική η προστασία αυτή δεν αρκεί να παρθούν μόνο τα κατάλληλα νομοθετικά μέτρα. Χρειάζεται να γνωρίσει ο κάθε Έλληνας τα πουλιά του τόπου του όχι μόνον για να χαρεί την ομορφιά τους, αλλά και για να συνειδητοποιήσει την μεγάλη σημασία τους για την διατήρηση της ισορροπίας στη φύση. Τα πουλιά είναι δείκτες υγείας του περιβάλλοντος και γι’ αυτό η προστασία τους γίνεται κάτι παραπάνω από αναγκαία.
Μέσα από τη γνώση της ζωής των πουλιών και του ρόλου τους στη φύση, κατανοούμε την λειτουργία του φυσικού περιβάλλοντος, συνειδητοποιούμε την ανάγκη προστασίας και διατήρησης της φύσης.
Πηγή: Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
Μικρή Βουτηχτάρα (Tachybaptus ruficollis) 33 – 38 εκ.
Βρίσκει καταφύγιο και φωλιάζει στην βλάστηση στις όχθες των λιμνών ή των ποταμών. Οι γονείς μεταφέρουν τα μικρά στην πλάτη τους καθώς κολυμπούν στο νερό. Η φωνή της είναι μια οξεία, διαπεραστική τρίλια, επίσης ένα «ουίτ, ουίτ»
Αρτέμης (Calonectris diomedea) 46 εκ.
Γλυστράει στον αέρα και γυροπετάει περισσότερα από τα άλλα θαλασσοπούλια. Ακολουθεί συχνά τα πλοία μαζί με τους γλάρους. Ζει κυρίως στην θάλασσα και έρχεται στην στεριά μόνο για να φωλιάσει ανάμεσα σε βράχια και κάθετες ακτές σε νησιά.
Αργυροπελεκάνος (Pefecanus crispus) 160 – 180 εκ.
Ένα από τα πιο σπάνια πουλιά του κόσμου που υπάρχει ακόμη στην Ελλάδα. Βυθίζει το κεφάλι του στο νερό και χρησιμοποιεί την σακούλα κάτω από το ράμφος του για να ψαρεύει. Την άνοιξη αποκτάει ένα γκρίζο μεταλλικό χρώμα και το ράμφος του γίνεται κατακόκκινο. Πέταγμα μεγαλοπρεπές, συχνά γυροπετάει σε μεγάλο ύφος.
Θαλασσοκόρακας (Phaiacrocorax aristotelis) 76 εκ.
Φωλιάζει αποκλειστικά σε βραχώδεις ακτές. Τα ώριμα ηλικιακά πουλιά είναι μαύρα με πράσινες ανταύγειες. Τα νεαρά συχνά έχουν άσπρο στην κοιλιά τους. Βουτάει στο νερό και πιάνει ψάρια με μεγάλη ταχύτητα και επιδεξιότητα.
Λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta) 56 εκ.
Φωλιάζει σε αποικίες πάνω σε δέντρα κοντά σε νερό ή σε κάθετες ακτές. Τα κίτρινα δάχτυλα του γίνονται κοκκινωπά την άνοιξη. Φωνή: Ένα βαθύ, βραχνό «καρκ» και στη φωλιά ένα γουργουριστό «Ούλαούλαούλα». Στις αρχές του αιώνα κυνηγήθηκε πάρα πολύ για τα φτερά του.
Σταχτοτσικνιάς (Ardea cinerea) 90 εκ.
Ο μεγαλύτερος ερωδιός, φωλιάζει συνήθως σε μεγάλα δέντρα σε αποικίες. Όπως όλοι οι ερωδιοί «καμακώνει» τη λεία του με το μυτερό του ράμφος. Στην Ελλάδα μπορεί να παρατηρηθεί όλο τον χρόνο στους περισσότερους υγρότοπους. Πετάει με πολύ αργά φτεροκοπήρατα.
Λευκοπελαργός (Ciconia ciconia) 102 εκ.
Τυπικό πουλί των πεδινών περιοχών της βόρειας και κεντρικής Ελλάδας. Η εξάπλωση του ήταν άλλοτε μεγαλύτερη και φώλιαζε ακόμη και μέσα στην Αθήνα. Προτιμάει ψηλά κτίρια ή στύλους για να φωλιάσει. Την άνοιξη επιδεικνύεται ερωτικά με το κεφάλι του πίσω και κροταλίζοντας ηχηρά το ράμφος του. Οι αριθμοί του μειώνονται σιγά – σιγά.
Χαλκόκοτα (Plegadis falcinellus) 56 εκ.
Μπορεί να παρατηρηθεί την άνοιξη και το φθινόπωρο στους περισσότερους υγρότοπους της Ελλάδας. Όμως πολύ μικροί αριθμοί φωλιάζουν πια εδώ από τότε που υποβαθμίστηκαν οι περισσότεροι υγρότοποι. Φωλιάζει σε αποικίες σε δέντρα συχνά μαζί με ερωδιούς. Διακρίνεται εύκολα απ’ αυτούς γιατί πετάει με τον λαιμό τεντωμένο μπροστά κι όχι μαζεμένο ανάμεσα στους ώμους.
Βαρβάρα (Tadorna tadorna) 61 εκ.
Ένα είδος πάπιας που μοιάζει περισσότερο με χήνα. Συναντιέται πιο συχνά σε αλμυρό νερό. Φωλιάζει σε τρύπες στο έδαφος, σε κουφάλες ή κάτω από βράχια, σε λίγες περιοχές της Β. Ελλάδας.
Αγριόχηνα (Anser anser) 76 – 89 εκ.
Πρόγονος της κατοικίδιας χήνας. Φωλιάζει στην βόρεια Ευρώπη και σε πολύ μικρούς αριθμούς στην βόρεια Ελλάδα. Ξεχειμώνιαζε άλλοτε σε μεγάλους αριθμούς στην χώρα μας αλλά τώρα έχει γίνει, όπως κι οι άλλες χήνες, σπάνια εξ’ αιτίας της καταστροφής των βιοτόπων της και του έντονου κυνηγιού. Τρέφεται σε χωράφια κοντά σε νερό. Οι γονείς κρατούν τα μικρά μαζί τους μέχρι να αρχίσει η επόμενη αναπαραγωγική περίοδος.
Χουλιαρόπαπια (Anas clypeata) 51 εκ.
Τρέφεται με μικροοργανισμούς φιλτράροντας το νερό με το πλατύ της ράμφος. Ξεχειμωνιάζει σε μεγάλους αριθμούς στην Ελλάδα. Όταν πετάει διακρίνεται από τις άλλες πάπιες γιατί το κεφάλι της με το μακρύ και πλατύ ράμφος εξέχει πολύ περισσότερο.
Πρασινοκέφαλη (Anas platyrhynchos) 58 εκ.
Το πιο κοινό είδος πάπιας, και ο πρόγονος της κατοικίδιας πάπιας. Στην Ελλάδα εμφανίζεται σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς τον χειμώνα. Πετάει με γρήγορα και μικρά φτεροκοπήματα. Φωλιάζει συνήθως κάτω από την βλάστηση στις όχθες όλων των τύπων υδάτινων εκτάσεων.
Όρνιο (Gyps fulvus) 97 – 104 εκ.
Το όρνιο περνάει το μεγαλύτερο μέρος της μέρας γυροπετώντας χάρις στα ανοδικά θερμά ρεύματα και παρακολουθώντας άλλους γύπες ή άλλα πουλιά όπως τα κοράκια ψάχνοντας για ψοφίμια. Φωλιάζει σε αποικίες σε κάθετους βράχους. Εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από την ορεινή κτηνοτροφία και καθαρίζει τα βουνά από εστίες μόλυνσης (ψοφίμια κ.τ.λ.).
Ασπροπάρης (Neophron percnopterus) 58 – 66 εκ.
Το μικρότερο από τα τέσσερα είδη γυπών που υπάρχουν στην Ελλάδα, επίσης το μόνο ασπρόμαυρο αρπακτικό πουλί, πράγμα που το κάνει από μακριά να μπερδεύεται με τον πελαργό. Στην Αφρική χρησιμοποιεί πέτρες για να σπάει τα αυγά των στρουθοκαμήλων. Έχει λεπτό ράμφος και γι αυτό προτιμάει μέρη του ψοφιμιού που παραλείπουν οι άλλοι γύπες. Φωλιάζει σε κάθετους βράχους κυρίως στη Β. Ελλάδα. Μεταναστεύει το Φθινόπωρο στην Αφρική.
Τσίφτης (Milvus migrans) 56 εκ.
Μπορεί να τον συναντήσει κανείς σε όλων των ειδών τους βιότοπους εκτός από τα πυκνά δάση. Θεωρείται τολμηρό πουλί, έχει παρατηρηθεί ακόμη και να ψάχνει για την τροφή του κοντά σε ανθρώπινους οικισμούς. Όταν πετάει χρησιμοποιεί σαν πηδάλιο την μεγάλη και ελαφρά ψαλιδωτή ουρά του. Συνήθως φωλιάζει σε παλιές φωλιές άλλων μεγάλων πουλιών, όπως ερωδιών ή κορακοειδών. Λίγα ζευγάρια φωλιάζουν στη χώρα μας.
Αετογερακίνα (Buteo rufinus) 51-66 εκ.
Μεγαλύτερη από την γερακίνα. Συναντιέται σε πιο άγονες και γυμνές περιοχές απ’ αυτήν. Συχνά κάθεται για πολλές ώρες σε μεγάλες πέτρες. Φωλιάζει σε σχισμές των βράχων ή και στο έδαφος. Κυνηγάει μικρά θηλαστικά, ερπετά και έντομα.
Βασιλαετός (Aquila heliaca) 78 – 84 εκ.
Ένας από τους πιο σπάνιους αετούς της Ελλάδας. Κινδυνεύει άμεσα να εξαφανιστεί. Φωλιάζει σε δέντρα, πάντα σε χαμηλό υψόμετρο, συχνά στην περιφέρεια μεγάλων υγρότοπων και μόνο στη Μακεδονία-Θράκη. Περνάει πολλές ώρες καθισμένος αλλά όταν πετάει δείχνει την ίδια ευκινησία και μεγαλοπρέπεια με τον Χρυσαετό. Τρέφεται κυρίως με μικρά θηλαστικά.
Σπιζαετός (Hieraaetus tasciatus) 66-74 εκ.
Ένας σχετικά μικρός αετός, αλλά από τους πιο γρήγορους και ευέλικτους όταν κυνηγάει. Ένα από τα πιο δυνατά και μαχητικά αρπακτικό. Προτιμάει πλαγιές με θάμνους ή αραιό δασωμένες. Τυπικό αρπακτικό των περισσότερων νησιών του Αιγαίου. Συχνά κυνηγάει σε ζευγάρια.
Χρυσαετός (Aquila chrysaetos) 75-88 εκ.
Τυπικό αρπακτικό των βουνών της Ελλάδας. Το πέταγμα του είναι θεαματικό. Όπως όλα τα αρπακτικά, όταν κυνηγάει διαλέγει τα άρρωστα και τα γέρικα άτομα, διατηρώντας έτσι σε ευρωστία τους πληθυσμούς της λείας του. Φωλιάζει συνήθως σε βράχια, αλλά μερικές φορές και σε δέντρα. Ο πληθυσμός του μειώνεται.
Φιδαετός (Circaetus gallicus) 63 – 69 εκ.
Τρέφεται κυρίως με ερπετά. Τα πόδια του είναι καλυμμένα με κοντά και σκληρά λέπια γιατί δεν είναι άτρωτος στο δηλητήριο της οχιάς. Φωλιάζει συνήθως σε δέντρα. Συχνά φτερουγίζει επί τόπου, εντοπίζοντας τη λεία του.
Ξεφτέρι (Accipiter nisus) 28 – 38 εκ.
Μικρό δασόβιο αρπακτικό. Ξαφνιάζει τη λεία του, κυρίως μικρά πουλιά, πετώντας ανάμεσα σε δέντρα. Έχει κοντά φτερά και μακριά ουρά, χαρακτηριστικά που του επιτρέπουν απότομους ελιγμούς. Πετάει με γρήγορα φτεροκοπήματα. Φωνή: «κεκ – κεκ – κεκ»
Σφηκιάρης (Pernis apivorus) 51-58 εκ.
Μεσαίου μεγέθους αρπακτικό που ζει σε δάση, κυρίως από οξιές. Τρώει έντομα, σφηκοφωλιές και κηρήθρες αγρίων μελισσών, πιο σπάνια μικρά θηλαστικά, ερπετά και πολύ σπάνια καρπούς. Το Φθινόπωρο μεταναστεύει στην Αφρική. Μοιάζει με την Γερακίνα, αλλά έχει πιο λεπτή κατασκευή. Φωλιάζει σε δέντρα, στη Β. Ελλάδα.
Βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus) 34 εκ.
Το πιο συνηθισμένο γεράκι στην Ελλάδα. Φωλιάζει σε δέντρα, βράχια και ακόμη και σε κτίρια. Συχνά φτερουγίζει για πολλή ώρα επί τόπου ψάχνοντας τη λεία του, στο έδαφος. Τρώει μικρά θηλαστικά (τρωκτικά), ερπετά και έντομα.
Πετρίτης (Falco peregrinus) 38 – 48 εκ.
Κυνηγάει σε ανοιχτές περιοχές, συχνά και στους υγρότοπους. Φωλιάζει σε κάθετους βράχους. Πιάνει πουλιά στο αέρα πέφτοντας με μεγάλη ταχύτητα (πιθανά μέχρι 240 χιλιόμετρα την ώρα).
Σταυραετός (Hieraaetus pennatus) 46 -53 εκ.
Ζει κυρίως σε δασωμένους λόφους. Έχει μειωθεί πολύ εξ’ αιτίας της καταστροφής των δασών. Συχνά κυνηγάει ανάμεσα στα κλαδιά αλλά και με θεαματικές κατακόρυφες βουτιές. Είναι ο μικρότερος Ευρωπαϊκός αετός. Φωλιάζει κυρίως στη Β. Ελλάδα.
Γερακίνα (Buteo buteo) 51-56 εκ.
Αρπακτικό μεσαίου μεγέθους. Οι χρωματισμοί του ποικίλουν πολύ από άτομο σε άτομο. Περνάει πολλές ώρες καθισμένο σε κλαδιά ή σε στύλους ψάχνοντας για την λεία του. Φωλιάζει σε δέντρα σε δάση με ξέφωτα. Το χειμώνα συχνάζει σε πιο ανοιχτά μέρη. Φωνή: Ένα δυνατό επιθετικό νιαούρισμα.
Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae) 38 εκ.
Σπάνιο γεράκι με περιορισμένη κατανομή μόνο στα νησιά της Μεσογείου. Το σημαντικότερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού του φωλιάζει στην Ελλάδα, σε ξερονήσια, του Αιγαίου. Η περίοδος αναπαραγωγής του είναι συγχρονισμένη με την εποχή που πάρα πολλά μεταναστευτικά πουλιά διασχίζουν την Μεσόγειο (Αύγουστος – Σεπτέμβριος). Είναι κοινωνικό πουλί και συχνά παρατηρείται να κυνηγάει σε ομάδες. Ξεχειμωνιάζει στην Μαδαγασκάρη.
Πετροπέρδικα (Alectoris graeca) 33 εκ.
Ζει σε βουνοπλαγιές με πέτρες ή χαμηλή βλάστηση. Πετάει χαμηλά με πολύ γρήγορα και ηχηρά φτερουγίσματα. Φωλιάζει ανάμεσα στα βράχια. Χαρακτηριστική φωνή: ένα «ουίτ-ουίτ ουίτ» σαν του Τσοπανάκου, ένα εκρηκτικό «κ-κ-ουόουκ». Τραγούδι (άνοιξη και φθινόπωρο): ένα κοφτό, τετρασύλλαβο σφύριγμα με πολλές παραλλαγές.
Ορτύκι (Coturnix coturnix) 18 εκ.
Ένα πολύ δειλό πουλί που πιο εύκολα μπορεί να το ακούσει κανείς παρά να το δει. Συχνάζει σε χωράφια. Χαρακτηριστική φωνή: ένα επαναλαμβανόμενο «Ουίκ-ουίκ-ουίκ». Λίγα μένουν στην Ελλάδα τον χειμώνα, τα περισσότερα μεταναστεύουν. Το μικρότερο της οικογένειας των Φασιανιδών.
Πετροτρίλιδα (Burhinus oedicnemus) 41 εκ.
Ένα πουλί που ζει σε χέρσα πετρώδη εδάφη και ημιερήμους. Έχει μεγάλα κίτρινα μάτια για να βλέπει στο μισόφωτο. Τρέχει χαρακτηριστικά με τα γόνατα λυγισμένα και το κεφάλι χαμηλά. Φωνή: ένα παραπονεμένο «κου-ριι». Ακούγεται κυρίως τα βράδια.
Νερόκοτα (Gallinula chloropus) 33 εκ.
Πολύ κοινό πουλί των λιμνών, ποταμών καναλιών κτλ. Κρύβεται στην βλάστηση στις όχθες όπου και φωλιάζει. Επιπλέει ψηλά στο νερό και κουνάει το κεφάλι του καθώς κολυμπάει. Για να απογειωθεί τρέχει πάνω στο νερό χτυπώντας τα φτερά της. Έχει μεγάλο λεξιλόγιο από δυνατές και διαπεραστικές κραυγές, όπως «Κρ-ρ-ρκ» ή «Κιτίκ».
Φαλαρίδα (Fulica atra) 38 εκ.
Ζει σε γλυκά νερά. Το χειμώνα παρατηρούνται μεγάλες συγκεντρώσεις της. Απογειώνεται απ’ το νερό όπως κι η Νερόκοτα. Φωνή: ένα δυνατό, λεπτό «Κουέουκ»
Καλαμοκανάς (Himantopus himantopus) 38 εκ.
Όταν πετάει τα μακριά του πόδια προεξέχουν πολύ πίσω από την ουρά. Ζει σε λιμνοθάλασσες με γλυκά νερά και έλη. Χτίζει την φωλιά του σε ρηχό νερό, πάνω σε βλάστηση ή σε λάσπη. Φωνή: ένα οξύ, κοφτό «κικ» ή «κιίκ-κιίκ-κιίκ».
Αβοκέττα (Recurvirostra avosetta) 43 εκ.
Βρίσκεται σε παρόμοιους βιότοπους με τον Καλαμοκανά, αλλά προτιμά υφάλμυρα νερά. Έχει έναν ιδιότυπο τρόπο να τρέφεται κουνώντας δεξιό – αριστερά το γυριστό ράμφος της στο ρηχό νερό. Ακόμη, μερικές φορές, βυθίζει το κεφάλι της στο νερό και κολυμπάει σαν πάπια. Φωνή: ένα λεπτό «Κλουίτ». Φωλιάζει κυρίως στη Β. Ελλάδα.
Καλημάνα (Vanellus vanellus) 30 εκ.
Τυπικό πουλί των καλλιεργημένων περιοχών. Στην Ελλάδα είναι πολύ πιο κοινό τον χειμώνα που σχηματίζει συχνά μεγάλα κοπάδια. Πετάει με φαινομενική αστάθεια, με αργά και βαθιά φτεροκοπήματα. Την άνοιξη επιδεικνύεται κάνοντας ακροβατικά στο αέρα. φωνή: ένα δυνατό και ένρινο «πιίβι-ουιίτ».
Ψευτομαχητής (Philomachus pugnax) 23 -29 εκ.
Βρίσκεται σε λίμνες, λιμνοθάλασσες και έλη. Ξεχειμωνιάζει στην Ελλάδα ή περνάει σταθμεύοντας στους υγρότοπους καθώς ταξιδεύει στις βόρειες περιοχές όπου φωλιάζει. Τα αρσενικά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα θηλυκά και την άνοιξη πιο πολύχρωμα. Φωνή: ένα «τουί» καθώς πετάει.
Ποταμογλάρονο (Sterna hirundo) 35 εκ.
Φτερουγίζει επί τόπου πάνω από το νερό και βουτάει κάθετα για να πιάσει μικρά ψάρια. Περπατάει αδέξια γιατί έχει μικρά πόδια. Βρίσκεται σε ακτές, εκβολές ποταμών, λίμνες και νησιά. Φωλιάζει στο έδαφος σε μικρές ομάδες, κυρίως στη Β. Ελλάδα.
Μουστατακογλάρονο (Chilidonias hybrida) 25 εκ.
Πετάει πολύ ανάλαφρα βουτώντας συχνά για να πιάσει έντομα από την επιφάνεια του νερού. Πολύ θορυβώδες στα μέρη που φωλιάζει, πάντα κοντά σε γλυκά ή υφάλμυρα νερά. Κυρίως περαστικό από την Ελλάδα, αν και λίγα φωλιάζουν σε λίμνες της Μακεδονίας.
Μπεκατσίνι (Gallinago gallinago) 27 εκ.
Πολύ ντροπαλό πουλί, όμως αν ενοχληθεί, απογειώνεται αλλάζοντας απότομα κατεύθυνση δεξιά κι αριστερά. Η φωνή του είναι ένα χαρακτηριστικό βραχνό Τσάαπ». Συχνά σε μικρές ομάδες. Σε έλη, πλημμυρισμένα χωράφια, κανάλια και ρυάκια. Στη χώρα μας μόνο τον χειμώνα.
Μπεκάτσα (Scolopax rusticola) 34 εκ.
Την ημέρα κρύβεται κάτω από την βλάστηση στα δάση, καμουφλαρισμένη χάρις στο φτέρωμά της. Πιο εύκολα μπορεί να την δει κανείς τα ξημερώματα ή το σούρουπο. Το πέταγμα της είναι γρήγορο, με απότομους ελιγμούς. Μοναχικό και σιωπηλό πουλί. Εντοπίζει σκουλήκια και έντομα μέσα στο μαλακό χώμα χάρις στην πολύ ευαίσθητη άκρη του ράμφους της.
Ασημόγλαρος (Larus arfientmus) 56 – 66 εκ.
Είναι παμφάγο πουλί μπορεί ακόμη και να φάει μικρά του ίδιου είδους. Συχνάζει σε λιμάνια και σε σκουπιδότοπους ακόμη και μακριά από την θάλασσα. Ακολουθεί τα πλοία πιάνοντας ψάρια που τινάζονται έξω με τον αφρό. Φωλιάζει σε αποικίες σε απότομες ακτές αλλά και σε λίμνες. Ο πιο συνηθισμένος γλάρος της χώρας μας.
Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii) 50 εκ.
Ένα από τους πιο σπάνιους γλάρους του κόσμου. Υπάρχει μόνο στη Μεσόγειο. Συχνά παρατηρείται μακριά από τον άνθρωπο σε πιο ανοιχτές θάλασσες από τους άλλους γλάρους. Φωλιάζει οε απότομες ακτές, ανάμεσα σε βρόχια σε ξερονήσια του Αιγαίου. Το πέταγμα του είναι πιο ανάλαφρο από του Ασημόγλαρου, με τον οποίο μοιάζει πολύ, έχει όμως σκουροκόκκινο ράμφος.
Καστανοκέφαλος Γλάρος (Larus ridibundus) 35 – 38 εκ.
Τον χειμώνα το σκούρο καστανό κεφάλι του γίνεται άσπρο με μια μαύρη κηλίδα πίσω από το μάτι. Το χειμώνα από τους πιο πολυάριθμους γλάρους στην Ελλάδα, μπορεί να παρατηρηθεί οπουδήποτε, κοντά σε νερό αλλά και σε χωράφια. Έχει μια χαρακτηριστική βραχνή κραυγή. Φωλιάζει σε βάλτους, νησιά, σε λίμνες και παραλίες με βότσαλα αλλά όχι στη χώρα μας.
Γελογλάρονο (Gelochelidon nilotica) 38 εκ.
To ράμφος του είναι πιο κοντόχοντρο από τα άλλα γλαρόνια και στο πέταγμα θυμίζει γλάρο. Σπάνια βουτάει στο νερό, αλλά πιάνει έντομα στην στεριά. Φωλιάζει σε αποικίες σε ακτές και αλμυρές λιμνοθάλασσες. Η ουρά του δεν είναι τόσο ψαλιδωτή όπως των άλλων γλαρονιών. Οι αριθμοί του λιγοστεύουν συνεχώς.
Αγριοπερίστερο (Columba livia) 33 εκ.
Πρόγονος των κατοικίδιων περιστεριών, κι όλων των περιστεριών που ζουν κατά χιλιάδες στις πόλεις και τα χωριά. Ζει σε βραχώδεις ακτές και φαράγγια. Φωλιάζει σε σπηλιές και τρύπες στα βράχια, ακόμη και σε παλιά πηγάδια. Φωνή, όπως του ήμερου περιστεριού. Πετάει πολύ γρήγορα.
Φάσσα (Columba palumbus) 41 εκ.
Ζει σε δασωμένες περιοχές και φωλιάζει σε δέντρα. Στην βόρεια Ευρώπη είναι πολύ συνηθισμένο πουλί στις πόλεις. Πετάγεται ηχηρό από την κρυψώνα του όταν ενοχληθεί. Φωνή: Ένα επαναλαμβανόμενο «κου-κου-κου-κου-κου».
Τρυγόνι (Streptopelia turtur) 27 εκ.
Ζει σε αραιά δάση, ελαιώνες, κήπους σε ζευγάρια ή συχνά, σε μικρές ομάδες. Φωλιάζει σε δέντρα και θάμνους. Φωνή: ένα γουργουριστό, επαναλαμβανόμενο «ρουου-ρ-ρ». Κυνηγιέται εντατικά από τον άνθρωπο.
Κούκος (Cuculus can or us) 33 εκ.
Δεν φτιάχνει ποτέ φωλιά αλλά το θηλυκό γεννάει τα αυγά του σε φωλιές άλλων πουλιών, συχνά πολύ μικρότερων, που μεγαλώνουν τα μικρά του. Στο πέταγμα μοιάζει με γεράκι επειδή έχει μυτερά φτερά. Η φωνή του αρσενικού είναι το γνωστό «κου-κου» που αντηχεί στο δάσος το καλοκαίρι.
Κουκουβάγια (Athene noctua) 23 εκ.
Από τα λίγα νυχτόβια πουλιά που παρατηρείται συχνά στο φως της μέρας. Κάθεται στητή σε κλαδιά, πασσάλους και άλλα φανερά μέρη. Όταν παραξενεύεται κουνάει πάνω κάτω το κεφάλι της. Πετάει με κυματοειδή τρόπο σαν δρυοκολάπτης. Τρέφεται κυρίως με μικρά τρωκτικά.
Πεπλόγλαυκα (Tyto alba) 34 εκ.
Συχνά παρατηρείται να κυνηγάει μικρά τρωκτικά το σούρουπο. Φωνή: μια μακρόσυρτη, πνιχτή στριγκλιά. Φωλιάζει σε αποθήκες, εκκλησίες και άλλα παλιά κτίρια. Ανάλαφρο και επιδέξιο πέταγμα.
Μπούφος (Bubo bubo) 71 εκ.
Το μεγαλύτερο Ευρωπαϊκό νυχτόβιο πουλί. Ζει σε πυκνά δάση με φαράγγια. Πιάνει θηλαστικά μέχρι το μέγεθος του ασβού, και πουλιά μέχρι το μέγεθος του φασιανού. Φωνή: ένα βαθύ «Ου-χοό». Τρώει συχνά άλλα αρπακτικά πουλιά. Φωλιάζει σε τρύπες βράχων και κουφάλες. Κυνηγάει το σούρουπο και την αυγή.
Γκιώνης (Otus scops) 19 εκ.
Η φωνή του, ένα μελωδικό «πιού» είναι γνώριμος ήχος της νύχτας που ακούγεται ακόμη και μέσα σε πόλεις. Τρέφεται κυρίως με μεγάλα έντομα. Το χειμώνα λίγοι μένουν στην Ελλάδα, οι περισσότεροι μεταναστεύουν στην κεντρική Αφρική. Προτιμάει μέρη με συστάδες δέντρων, κήπους, παλιά κτίρια, ελαιώνες. Φωλιάζει σε τρύπες δέντρων ή τοίχων.
Συκοφάγος (Oriolus oriolus) 24 εκ.
Δειλό πουλί που ζει σε δάση. Γρήγορο πέταγμα, με μεγάλους κυματισμούς και μια χαρακτηριστική κίνηση προς τα πάνω στο τέλος της πτήσης για να ξανακρυφτεί στα φυλλώματα. Τραγούδι: ένα δυνατό, σφυριχτό «Ουιίλα – ουίου» και διάφορες σκληρές φωνές σαν της κίσσας. φωλιάζει συνήθως σε διχάλες δέντρων, κυρίως στη Β. Ελλάδα.
Τσαλαπετεινός (Upupa epops) 28 εκ.
Τρέφεται κυρίως με ακρίδες και σαύρες. Φωλιάζει σε τρύπες σε δασωμένες πεδιάδες, αμπέλια και καλλιεργημένες εκτάσεις. Πετάει λίγο σαν πεταλούδα.
Μελισσοφάγος (Merops apiaster) 28 εκ.
Συχνά παρατηρείται να κάθεται σε σύρματα ή κορφές δέντρων ψάχνοντας για έντομα. Είναι από τα πιο πολύχρωμα πουλιά της Ευρώπης. Δεν βλάπτει την μελισσοκομία γιατί εκτός από τις μέλισσες τρώει σφήκες και άλλους εχθρούς της μέλισσας. Ξεχειμωνιάζει στην Αφρική.
Χαλκοκουρούνα (Coracias garrulus) 31 εκ.
Ένα ζωηρόχρωμο πουλί που μοιάζει με κουρούνα. Ζει σε ανοιχτές περιοχές με λίγα δέντρα. Την άνοιξη επιδεικνύεται ερωτικά πέφτοντας με στροφές στον αέρα. Κάθεται σε σύρματα ή σε άλλα φανερά σημεία και ορμάει να πιάσει έντομα που πετάνε. Φωλιάζει σε κουφάλες, τρύπες σε όχθες ή σε ερείπια.
Στραβολαίμης (Jynx torquilla) 16,5 εκ.
Παρόλο που δεν μοιάζει, είναι ένας μικρός Δρυοκολάπτης. Τρέφεται στο έδαφος, περπατώντας με πηδήματα και την ουρά σηκωμένη. Ζει σε ανοιχτά δάση, κήπους και συστάδες δέντρων. Φωλιάζει σε τρύπες.
Κατσουλιέρης (Galerida cristata) 17 εκ.
Ζει σε ημιερήμους, καλλιέργειες και κοντά σε οικισμούς. Φωνή: ένα υγρό «Ουι-ουίι-ουου». Τραγούδι: σύντομες επαναλαμβανόμενες τριλιστές φράσεις. Φωλιάζει στο έδαφος.
Γαλιάντρα (Melanocorypha calandra) 19 εκ.
Ζει σε άγονα πετρώδη μέρη, στέππες και καλλιεργημένες εκτάσεις. Έχει ανάλαφρο πέταγμα. Τον χειμώνα σχηματίζει κοπάδια. Τραγουδάει μελωδικά, περιλαμβάνοντας μιμήσεις άλλων πουλιών, καθώς πετάει διαγράφοντας κύκλους ψηλά. Φωλιάζει στο έδαφος.
Μικρογαλιάντρα (Calandrella cinerea) 14 εκ.
Ζει σε καλλιεργημένες εκτάσεις, ημιερήμους και γύρω από λίμνες και βάλτους. Το τραγούδι του αποτελείται από μερικές απλές μελωδικές φράσεις. Τραγουδάει πετώντας κάθετα πάνω – κάτω. Φωλιάζει στο έδαφος.
Χωραφοχελίδονο (Hirundo rustica) 19 εκ.
Πολύ κοινό μεταναστευτικό πουλί. Ξεχειμωνιάζει στην Αφρική. Πετάει γρήγορα και επιδέξια, συχνά χαμηλά πάνω από το γλυκό νερό όπου πιάνει έντομα. Φτιάχνει φωλιές από χόρτα και λάσπη σε παλιά συνήθως σπίτια. Τραγούδι: γρήγορα μελωδικά τιτιβίσματα.
Σπιτοχελίδονο (Delichon urbica) 12,5 εκ.
Πιο κοινό στις μεγάλες πόλεις από το χωραφοχελίδονο. Φτιάχνει τη φωλιά του από λάσπη με μια μικρή τρύπα για είσοδο, πάντα σχεδόν σε σπίτια και σπάνια σε βράχια. Τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά καθώς πετάει. Το τραγούδι του είναι πιο μονότονο από του χωραφοχελίδονου.
Σταχτάρα (Apus apus) 16,5 εκ.
Πετάει σχεδόν αδιάκοπα» μπορεί ακόμη και να κοιμηθεί πετώντας. Έχει πολύ μικρά πόδια και μεγάλες φτερούγες σε σχέση με το σώμα του. Τρέφεται αποκλειστικά με έντομα που πιάνει στον αέρα. Φωλιάζει σε βράχους, σε παλιούς τοίχους αλλά και σε καπνοδόχους πολυκατοικιών. Πολύ συνηθισμένο σε όλες τις μεγάλες πόλεις.
Αλκυόνη (Alcedo atthis) 16 εκ.
Πολύ ζωηρόχρωμο πουλί. Σκάβει βαθιές τρύπες στις όχθες ποταμών για την φωλιά του. Βουτάει στο νερό από κάποιο εμφανές σημείο ή μετά από ένα σύντομο φτερούγισμα επί τόπου. Πιάνει ψαράκια με το ράμφος του. Το πέταγμα του είναι πολύ γρήγορο, σε ευθεία γραμμή, χαμηλά πάνω από το νερό.
Λιβαδοκελάδα (Anthus pratensis) 14,5 εκ.
Πολύ πιο κοινό στην Ελλάδα τον χειμώνα. Περπατάει στο έδαφος και σπάνια κάθεται σε κλαδιά. Τον χειμώνα προτιμάει βάλτους, χωράφια και ακτές. Φωλιάζει στο έδαφος.
Τρυποφράχτης (Troglodytes troglodytes) 9,5 εκ.
Ένα από τα μικρότερα πουλιά της Ευρώπης και γι αυτό δύσκολα παρατηρείται. Στην Ελλάδα, τον χειμώνα κατεβαίνει σε χαμηλότερο υψόμετρο και εμφανίζεται και στα πάρκα των πόλεων. Συχνά το αρσενικό χτίζει πολλές φωλιές από τις οποίες το θηλυκό διαλέγει μία. Φωνή: ένα σκληρό «Τιτ-τιτ-τιτ».
Λευκοσουσουράδα (Motacilla alba) 18 εκ.
Όπως κι η σταχτοσουσουράδα τρέχει με μεγάλη ταχύτητα κυνηγώντας έντομα. Ζει σε κήπους, χωράφια, και σε πόλεις. Συχνά κοντά σε νερό, αλλά δεν εξαρτιέται από αυτό. Φωλιάζει σε τρύπες σε κτίρια ή σε βράχια.
Σταχτοσουσουράδα (Motacilla cinerea) 18 εκ.
Φωλιάζει κοντά σε ακτές, ρυάκια και λίμνες. Όμως τον χειμώνα είναι πολύ κοινό στις πόλεις όπου περπατάει στα πεζοδρόμια κουνώντας πάνω κάτω την ουρά της. Τρέχει γρήγορα και πετάει με τινάγματα.
Μαυρολαίμης (Saxicola torquata) 12,5 εκ.
Ζει σε ανοιχτές θαμνώδεις περιοχές, κοντά σε ακτές ή σε πλαγιές. Συνηθίζει να κάθεται σε εμφανή σημεία, όπως σε σύρματα ή σε κορφές θάμνων ή πασσάλους. Φωλιάζει κάτω από θάμνους ή άλλα φυτά. Φωνή: «Ουίτ-τσάκ-τσακ», σαν να χτυπούν δυό πέτρες.
Κοκκινολαίμης (Erithacus rubecula) 14 εκ.
Με τα πρώτα κρύα του χειμώνα γεμίζει τα πάρκα των πόλεων. Το καλοκαίρι περιορίζεται σε μεγαλύτερο υψόμετρο. Δεν ανέχεται την παρουσία ατόμου του ίδιου είδους στην περιοχή του ακόμη και τον χειμώνα. Φωλιάζει σε τρύπες τοίχων, δέντρων, όχθες, κονσερβοκούτια κτλ. Φωνή το χειμώνα «τικ τικ». Τραγούδι λεπτό και μελωδικό.
Καρβουνιάρης (Phoenicurus ochruros) 14εκ.
Κοινό πουλί των πόλεων, στην Ελλάδα τον χειμώνα. Τινάζει χαρακτηριστικά την ουρά του όταν κάθεται συνήθως σε κάποια πέτρα ή οροφή κτιρίου. Φωλιά-ζει σε γκρεμούς, κτίρια, βραχώδεις πλαγιές. Φωνή: ένα σύντομο «τσιπ» ή «τιτιτικ»
Ασπροκώλα (Oenanthe oenanthe) 15 εκ.
Ζει σε ανοιχτά μέρη όπως λιβάδια, αμμόλοφοι ή βοσκότοποι. Κινείται διαρκώς και ταλαντεύει την ουρά της, ανοίγωντάς την σαν βεντάλια. Φωνή: ένα σκληρό, βραχνό «τσακ» ή «ουίτ-τσακ». φωλιάζει σε τρύπες τοίχων, λαγούμια ή σωρούς από πέτρες.
Κότσυφας (Turdus merula) 25 εκ.
Ένα από τα πιο κοινά πουλιά της Ελλάδας. Φωλιάζει και στα πάρκα των πόλεων και γενικά όπου υπάρχουν δέντρα ή μεγάλοι θάμνοι. Το αρσενικό είναι κατάμαυρο με κίτρινο ράμφος. Όταν ανησυχεί κάνει ένα χαρακτηριστικό «τσουκ – τσουκ». Τραγούδι μελωδικό, με καθαρές νότες σαν φλογέρας που συχνά καταλήγει παράφωνα.
Ψαρόνι (Sturnus vulgaris) 22 εκ.
Τον χειμώνα σχηματίζει συχνά τεράστια κοπάδια που μοιάζουν με σύννεφα που αλλάζουν απότομα κατεύθυνση. Πολύ κοινό στην Ελλάδα τον χειμώνα. Ζωηρό και νευρικό πουλί. Είναι πολύ καλός μίμος.
Τσίχλα (Turdus philomelos) 23 εκ.
Ζει σε δάση, κήπους και ελαιώνες. Πολύ πιο κοινή τον χειμώνα. Τραγουδάει μελωδικά, επαναλαμβάνοντας 3-4 φορές την ίδια σύντομη φράση. Φωλιάζει σε θάμνους, κισσούς, μερικές φορές και σε κτίρια. Επενδύει την φωλιά της με λάσπη.
Γαλαζοκότσυφας (Monticola solitarius) 20 εκ.
Ζει σε βραχώδεις περιοχές, από ψηλά βουνά μέχρι τη θάλασσα. Πηδάει πάνω στα βράχια με τις φτερούγες του ελαφρά κατεβασμένες. Αν ενοχληθεί εξαφανίζεται ανάμεσα στα βράχια. Τραγούδι λίγο σαν του κότσυφα, αλλά πιο φτωχό.
Θαμνοτσιροβάκος (Sylvia communis) 14 εκ.
Τρυπώνει και ξετρυπώνει μέσα από την πυκνή θαμνώδη βλάστηση, όπου και φωλιάζει κοντά στο έδαφος. Τραγουδάει ένα γρήγορο και σύντομο τερετισμό, είτε μέσα από θάμνο, είτε πετώντας κάθετα πάνω κάτω. Τον χειμώνα μεταναστεύει στην Αφρική.
Μαυροσκούφης (Sylvia atricapilla) 14 εκ.
Ζει σε δάση με πλούσια βλάστηση, θαμνότοπους. Τραγούδι μελωδικό και πλούσιο, που περιλαμβάνει μιμήσεις άλλων πουλιών. Φωνή: ένα έντονο «τακ τακ».
Δεντροφυλλοσκόπος (Phylloscopus collybita) 11 εκ.
Ένα αεικίνητο, μικρό πουλί που συχνό τινάζει τις φτερούγες και την ουρά του. Ζει σε δάση, κήπους και θάμνους. Χαρακτηριστικό μονότονο τραγούδι: «τσιφ-τσαφ» που επαναλαμβάνεται με ακανόνιστη σειρά.
Πυρροβασιλίσκος (Regulus ignicapillus) 9 εκ.
Ένα από τα μικρότερα πουλιά της Ελλάδας. Ζει κυρίως σε δάση πλέκοντας τη φωλιά του στις άκρες κλαδιών δέντρων ή θάμνων. Το χειμώνα σχηματίζει μικρές ομάδες που γυρνάνε αεικίνητες από δέντρο σε δέντρο ψάχνοντας για έντομα.
Μυγοχάφτης (Muscicapa striata) 14 εκ.
Κάθεται στητός σε κλαδιά ή άλλα εμφανή σημεία. Πιάνει έντομα που πετάνε, επιστρέφοντας συχνά στο σημείο που καθότανε. Ζει σε δάση και κήπους. Συχνά φωλιάζει πάνω ή και μέσα σε κτίρια, σε τρύπες.
Καλόγερος (Parus major) 14 εκ.
Ένα πολύ ευκίνητο πουλί, μπορεί και να κρέμεται ανάποδα για να τραφεί, ακόμη κι από έναν σπόγγο. Πολύ κοινό σε δάση, κήπους και ελαιώνες. Φωλιάζει σε όλων των ειδών τις τρύπες. Έχει πολύ μεγάλο λεξιλόγιο από φωνές. Πιο συνηθισμένο τραγούδι ένα «Τίτσιου-τίταιου-τίτσιου» σαν κουδούνισμα.
Παρδαλοκεφαλάς (Lanius senator) 17 εκ.
Ζει σε ελαιώνες, αραιά δάση, συστάδες δέντρων, κ.τ.λ. Φωλιάζει οε δέντρα όλων των μεγεθών. Το τραγούδι του αποτελείται από μελωδικά τερετίσματα ανακατεμένα με σκληρές νότες. Μιμείται και άλλα πουλιά. Το ράμφος του θυμίζει κάπως ράμφος αρπακτικού. Επειδή οι Κεφαλάδες δεν έχουν μυτερά νύχια συνηθίζουν να καρφώνουν τη λεία τους σε αγκάθια ή αγκαθωτά σύρματα.
Λευκοδρυοκολάπτης (Dendrocopus major) 23 εκ.
Ζει σε δάση, συχνά από βελανιδιές. Σκαρφαλώνει στα νεκρά δέντρα στηριζόμενος και στην ουρά του. Ψάχνει για έντομα τρυπώντας τον κορμό με το ράμφος του. Φωνή: ένα δυνατό, οξύ «κικ».
Σπίνος (Fringilla coelebs) 15 εκ.
Πολύ κοινό πουλί που ζει σε μέρη με δέντρα. Τον χειμώνα σχηματίζει ομάδες και εξαπλώνεται σε πιο ανοιχτές περιοχές. Το αρσενικό, με το ανοιξιάτικο φτέρωμα του, είναι ένα πολύ ζωηρόχρωμο πουλί ενώ το θηλυκό δεν έχει τόσο έντονα χρώματα. Πετάει κυματοειδώς συνήθως μ’ ένα «γιουπ» σε κάθε τίναγμα. Το τραγούδι του είναι σύντομο αλλά μελωδικό και τελειώνει μ’ ένα «τσου-ι-ου».
Σκαρθάκι (Serinus serinus) 11,5 εκ.
Ένα μικρό κιτρινωπό πουλί, συγγενικό με το γνωστό καναρίνι. Πέταγμα γρήγορο και κυματοειδές. Την άνοιξη επιδεικνύεται ερωτικό ανεβαίνοντας κάθετα ψηλά και κατεβαίνοντας σε κύκλους. Τραγουδάει από κορφές δέντρων, και σύρματα ή καθώς πετάει. Τραγούδι γρήγορο, συριστικό, σαν κουδούνισμα με τρίλιες σαν του καναρινιού. Ζει σε δάση, κήπους κ.τ.λ.
Καρδερίνα (Carduefis carduelis} 12 εκ.
Κοινό σε κήπους, και καλλιέργειες. Συχνά κάθεται σε γαϊδουράγκαθα και τρώει τους σπόρους. Το φθινόπωρο και χειμώνα σε μεγάλα κοπάδια. Πετάει κυματοειδώς, λίγο σαν να χορεύει. Κάλεσμα: ένα υγρό «Σο υίτ-ουίτ-ουίτ-ουίτ».
Φλώρος (Carduelis chloris) 14,5 εκ.
Τρέφεται με σπόρους και ζει σε περιοχές με δέντρα, τον χειμώνα και σε πιο ανοιχτά μέρη. Την άνοιξη επιδεικνύεται ερωτικά πετώντας λίγο σαν νυχτερίδα. Μαζί με την καρδερίνα, από τα πουλιά που παγιδεύονται σε μεγάλους αριθμούς για να μπουν σε κλουβιά. Τραγούδι ένα γρήγορο τιτίβισμα. Όταν πετάει ένα επαναλαμβανόμενο «τσουπ». Επίσης ένα χαρακτηριστικό, μακρύ, ένρινο «τσουίι».
Βραχοτσίχλονο (Emberiza cia) 16 εκ.
Ζει συνήθως σε βραχώδεις πλαγιές λόφων, αλλά με ριπές φορές και σε δέντρα. Φωλιάζει κοντά στο έδαφος ή και στο έδαφος. Συχνά ανοίγει την ουρά του όταν τρέφεται στο έδαφος επιδεικνύοντας το άσπρο χρώμα στις δυο πλευρές της ουράς του. Τραγούδι: αρκετό καθαρά σφυρίγματα ακολουθούμενα από τρεις τρεμουλιαστές νότες.
Αμπελουργός (Emberiza melanocephala) 16,5 εκ.
Ζει σε ανοιχτές περιοχές με δασάκια, ελαιώνες και κήπους. Τραγούδι πιο μελωδικό από τα υπόλοιπα τσιχλόνια, στην οικογένεια των οποίων ανήκει. Το χειμώνα μεταναστεύει, αντίθετα από τα περισσότερα πουλιά της Ευρώπης, όχι προς την Αφρική αλλά στη Μ. Ανατολή. Φωλιάζει σε χαμηλούς θάμνους.
Σπουργίτης (Passer domesticus) 14,5 εκ.
Ζει σχεδόν πάντα κοντά σε ανθρώπινες κατοικίες, και σαν αποτέλεσμα έχει ευνοηθεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Φωλιάζει σε τρύπες, σχισμές σε κτίρια, αλλά και σε κλαδιά. Έχει μια ποικιλία από καλέσματα, πιο συνηθισμένο ένα συνεχές «τσιρπ-τσιρπ».
Μαυροτσιροβάκος (Sylvia melanocephala) 13 εκ.
Ζει σε φρύγανα, θσμνότοπους και δάση. Και τα δύο φύλα έχουν έναν εμφανή κόκκινο κύκλο γύρω από το μάτι τους. Φωνή: ένα χαρακτηριστικό «στιτιτιτίκ». Τραγούδι μακρύ και μελωδικό.
Καρακάξα (Pica pica) 46 εκ.
Πολύ κοινό κορακοειδές των καλλιεργημένων εκτάσεων, των αστικών πάρκων και γενικά σε ανοιχτές περιοχές με λίγα δέντρα. Συχνά σε μικρές ομάδες και σε μεγάλες συγκεντρώσεις τον χειμώνα. Το φτέρωμά της μοιάζει από μακριά ασπρόμαυρο αλλά έχει γαλάζιες και πράσινες μεταλλικές αποχρώσεις. Φωνή: ένα δυνατό, σκληρό και γρήγορο «τσακ-τσακ-τσακ-τσακ» και διάφορες άλλες κακόηχες φωνές.
Κόρακας (Corvus corax) 64 εκ.
Πιο σπάνιο από την Κουρούνα. Συνήθως βρίσκεται σε βουνό όπου δεν υπάρχει ανθρώπινη ενόχληση. Το μεγαλύτερο στρουθιόμορφο. Πτήση δυναμική και σε ευθεία γραμμή. Συχνά κάνει ακροβατικά στον αέρα, ιδίως την άνοιξη. Φωλιάζει σε προεξοχές κάθε-των γκρεμών και σε δέντρα. Φωνή: ένα βαθύ «κροκ» και άλλες βραχνές κραυγές.
Κίσσα (Garru/us glandarius) 34 εκ.
Ζει σε κωνοφόρα και φυλλοβόλα δάση. Σπάνια παρατηρείται μακριά από δέντρα. Πέταγμα βαρύ, αργό και κυμματοειδές. Στο έδαφος περπατάει με μικρά πηδήματα. Σχηματίζει συχνά μικρές θορυβώδεις ομάδες. Κακόηχες κραυγές, ένα «Σκρακ-σκρακ». Την άνοιξη μιμείται και φωνές άλλων πουλιών, παρεμβάλλοντας κακοφωνίες. Θάβει βελανίδια στο χώμα κάνοντας προμήθειες για τον χειμώνα.
Κουρούνα {Corvus corone cornix) 47 εκ.
Παμφάγο πουλί που έχει προσαρμοστεί σε πολλών ειδών βιότοπους. Πέταγμα αρκετά βαρύ. Φωλιάζει συνήθως σε δέντρα, πιο σπάνια σε προεξοχές βράχων. Φωνή: ένα αρκετά βαθύ, κακόηχο «κράα» και άλλες πιο οξείες κραυγές. Ένα από τα πιο συνηθισμένα κοράκια της Ελλάδας.
Πηγή: Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία